Βασικά είδη παραφιλίας

Βασικά είδη παραφιλίας, types of paraphilia.

Τα βασικά είδη παραφιλίας, ομαδοποιούνται υπό τον όρο σεξουαλική διαταραχή. Από το 1987, αυτή η ομαδοποίηση προσδιορίστηκε ως παραφιλία μη προσδιοριζόμενη αλλού. Έχουν καταγραφεί περισσότερες από 100 περιπτώσεις, κυριότερες εκ των οποίων είναι:

Αγοραφιλία: Διέγερση που προκαλείται με τη θέα, οσμή ή γεύση των αγορών προϊόντων ή υπηρεσιών. (Δείτε επίσης: καταναλώνω)

Αιματοφιλία: Διέγερση που προκαλείται από την οσμή ή γεύση ανθρώπινου αίματος.

Ακουστοφιλία: Διέγερση που προκαλείται από ακούσματα άλλων ανθρώπων που βρίσκονται σε σεξουαλική δραστηριότητα.

Αμφιφυλοφιλία: Σεξουαλική δραστηριότητα προς άτομα των δύο φύλων, άνδρες και γυναίκες.

Αναρχοφιλία: Σεξουαλική δραστηριότητα με αναρχικά άτομα.

Απορριψιφιλία: Επίτευξη διέγερσης με την ιδέα ερωτικής συνεύρεσης ή την επαφή με άτομο που απορρίπτει κάποιον ερωτικά ή δεν επιθυμεί ουσιαστική σχέση μαζί του.

Αποστειρωροφιλία: Διέγερση με τη θέα, οσμή ή γεύση χημικών αποστείρωσης.

Αποτεμνοφιλία ή αβασιοφιλία: Σεξουαλική δραστηριότητα με άτομα με ειδικές ανάγκες ή ανάπηρα.

Ασχημολαγνεία: Διέγερση ή επιδίωξη συνουσίας με άτομο θεωρούμενο άσχημο από τον ασχημολάγνο.

Βρεφοφιλία: Διέγερση με τη θέα ή τη σεξουαλική επαφή με βρέφη.

Βρομοφιλία: Διέγερση που προκαλείται από τη βρομιά.

Γεροντοφιλία: Αναζήτηση ηλικιωμένου ερωτικού συντρόφου.

Διεμφυλοφιλία: Διέγερση με τη θέα ή τη σεξουαλική επαφή με άτομα που έχουν δύο φύλα(στα αγγλικά αποκαλούνται τρανσέξουαλ και γράφεται transsexual).

Ειδωλοφιλία: Διέγερση που προκαλείται από άτομα που λατρεύουν τα είδωλα, δηλαδή τον αντικατοπτρισμό, δικό τους ή τρίτων και συνήθως είναι ειδωλολάτρες. Αποκαλείται και παραειδωλία από σοφιστές.

Εντομοφιλία: Διέγερση που προκαλείται από τη θέα ή γεύση των εντόμων.

Ερμαφροδιτοφιλία: Διέγερση που προκαλείται από σεξουαλική δραστηριότητα με ερμαφρόδιτα άτομα.

Ζωοφιλία ή κτηνοβασία: Σεξουαλική επαφή με ζώα.

Ηλικιοφιλία: Διέγερση με τη θέα ή τη σεξουαλική επαφή με άτομα μεγάλης ηλικιακής διαφοράς.

Καθαρτοφιλία: Διέγερση που προκαλείται από την καθαριότητα, κυρίως του μπάνιου και του αποχωρητηρίου.

Καθετηροφιλία: Διέγερση με τη χρήση καθετήρων.

Κλειτοριδεκτομιφιλία: Διέγερση με τη θέα ή τη σεξουαλική επαφή με γυναίκες με κλειτοριδεκτομή.

Κλυσμαφιλία: Διέγερση με τη λήψη κλύσματος.

Κοπροφιλία ή κοπρολαγνεία: Διέγερση με τη θέα, οσμή ή γεύση κοπράνων.

Κρονιοφιλία: Σεξουαλική δραστηριότητα με άτομα που είναι Κρόνιοι παραφυσικοί μη άνθρωποι στο γονίδιο.

Λιποβαροφιλία: Διέγερση με τη θέα ή τη σεξουαλική επαφή με λιποβαρή άτομα.

Μεταγγισοφιλία: Διέγερση με τη θέα ή τη σεξουαλική επαφή με άτομα που κάνουν μεταγγίσεις.

Μωροφιλία: Διέγερση με τη θέα ή τη σεξουαλική επαφή με μωρά κατόπιν χειρουργείου και παρεμβολή της φυσικής κύησης με σκοπό τον βιασμό του μωρού στον ενδομήτριο βίο του.

Νανοφιλία: Διέγερση που προκαλείται από σεξουαλική δραστηριότητα με άτομα που είναι νάνοι.

Ναρκωτικοφιλία: Σεξουαλική δραστηριότητα με άτομα που είναι χρήστες ναρκωτικών ουσιών.

Νεκροφιλία: Διέγερση στη σκέψη, τη θέα ή τη σεξουαλική επαφή με πτώματα.

Νοσοφιλία: Αναζήτηση συνεύρεσης με άτομα που ασθενούν.

Νυφοφιλία: Διέγερση με τη θέα ή τη σεξουαλική επαφή με νύφες που μόλις παντρεύτηκαν.

Οικογενοφιλία: Αναζήτηση συνεύρεσης, διέγερση στη σκέψη, στη θέα ή στη σεξουαλική επαφή με άτομα της ίδιας οικογενείας.

Ομοφυλία: Σεξουαλική δραστηριότητα με άτομα του ίδιου φύλου. Οι φίλοι των ομοφύλων αποκαλούνται ομοφυλόφιλοι(όμοιο+φύλο+φίλοι). (Δείτε επίσης: γκέϊ)

Ομαδοφιλία ή ομαδικό σεξ: Διέγερση στη σκέψη, τη θέα ή τη σεξουαλική επαφή με όμοια άτομα που μετέχουν στο σεξ περισσότερα από δύο πρόσωπα. Η σεξουαλική πράξη ενός ανδρός με δύο γυναίκες αποκαλείται έκστασις.

Ουροφιλία ή ουρολαγνεία: Διέγερση με τη θέα, οσμή ή κατάποση ούρων.

Παρθενοφιλία: Διέγερση με τη θέα ή τη σεξουαλική επαφή με παρθένα(αγνά) άτομα.

Παχυσαρκοφιλία: Διέγερση με τη θέα ή τη σεξουαλική επαφή με παχύσαρκα άτομα.

Περιτομοφιλία: Διέγερση με τη θέα ή τη σεξουαλική επαφή με άνδρες με περιτομή.

Ποδοφιλία: Διέγερση που προκαλείται από τα πόδια.

Πορνοφιλία: Διέγερση στη σκέψη, στη θέα ή στη σεξουαλική επαφή με πόρνες, γυναίκες που εκδίδονται έναντι ανταλλαγμάτων για τη σεξουαλική τους ικανοποίηση.

Πουτανοφιλία: Διέγερση στη σκέψη, στη θέα ή στη σεξουαλική επαφή με πουτάνες, γυναίκες που κατ΄ επάγγελμα και με χρηματική αμοιβή εκτελούν τις σεξουαλικές διαθέσεις των πελατών τους για την κάλυψη των αναγκών τους.

Στοιχηματοφιλία ή Τζογοφιλία: Διέγερση στη σκέψη, στη θέα ή στη σεξουαλική επαφή με άτομα που στοιχηματίζουν.

Στρατοφιλία: Διέγερση που προκαλείται από υπερβολικές διαταγές, πολεμικές ασκήσεις και όπλα συνήθως στο στρατό.

Συγγενοφιλία: Αναζήτηση συνεύρεσης, διέγερση στη σκέψη, στη θέα ή στη σεξουαλική επαφή με συγγενικά άτομα.

Συμφοροφιλία: Επίτευξη διέγερσης με τον σχεδιασμό ή/και την παρακολούθηση συμφορών, όπως μιας πυρκαγιάς ή τραγικών τροχαίων δυστυχημάτων.

Τηλεφωνική σκατοφιλία: Διέγερση που προκαλεί τηλεφωνική συνδιάλεξη με γνωστό ή άγνωστο πρόσωπο και πρόστυχη συνομιλία.

Τροφοφιλία: Διέγερση με τη θέα, οσμή ή γεύση των τροφών, ορισμένες φορές περιλαμβάνει και λόγια έκφρασης προς αυτές.

Υλικοφιλία: Διέγερση με τη θέα, οσμή ή γεύση υλικών.

Υποξυφιλία ή ασφυξιοφιλία: Επίτευξη διέγερσης λόγω της μειωμένης παροχής αρτηριακού αίματος, η οποία προκαλεί έλλειψη οξυγόνου.

Φοβολαγνεία: Διέγερση που προκαλείται υπό το αίσθημα του φόβου.

Φυλοφιλία: Διέγερση που προκαλείται από σεξουαλική δραστηριότητα με άτομα άλλων φυλών.

Φυτοφιλία: Διέγερση που προκαλείται από τα φυτά και την περιποίησή τους.

Χεροφιλία: Διέγερση που προκαλείται από τα χέρια.

Χρηματοφιλία: Διέγερση με τη θέα, οσμή ή γεύση χρημάτων.

Ψευτοφιλία: Διέγερση που προκαλείται ακούγοντας, λέγοντας και κατά συνείδηση μεταδίδοντας ψέμματα.

Οι περιπτώσεις των παραφιλιών όπου δεν τηρείται η συναίνεση και των δύο προσώπων (π.χ. επιδειξιμανία), δεν είναι κοινωνικά αποδεκτές. Στην κλασσική ιατρική των Ελληνιστικών χρόνων όλες οι παραφιλίες είναι ποινικά κολάσιμες πράξεις και διώκονται από τις αρχές. Όταν κάποιος διαπιστώνονταν παραφιλικός στην αρχαιότητα δικάζονταν πριν τη Δύση του ηλίου. Ορισμένες τέτοιες τακτικές χρησιμοποιήθηκαν από τις Ελληνικές Αρχές πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας του 2004, με τη συνεργασία τότε Διεθνών Δυνάμεων Ασφαλείας.

Εγκληματολογικά όλοι οι παραφιλικοί στην Ευρώπη σε ποσοστό 100% έχουν βρεθεί στη διάρκεια της ζωής τους, βραχυχρόνια ή μακροχρόνια, χρήστες παράνομων χημικών ουσιών, ναρκωτικών ή μη ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην Αφρική είναι κοντά στο 92% λόγω μεγάλης φτώχειας και μη εφικτής πρόσβασής τους σε καταχρηστικές ουσίες.

Τα φυσιολογικά άτομα σεξουαλικά αποκαλούνται ετεροφυλόφιλοι, δηλαδή παρουσιάζουν ερωτική έλξη ή σεξουαλική έλξη μεταξύ ατόμων του αντίθετου φύλου.

Δείτε επίσης:

Ορισμός παραφιλίας και κύριες μορφές

Νομοθεσία κατά της παραφιλίας