Έννοια Ιερός

Ιερός: αυτός που έχει σχέση με το θείο: α. που είναι αφιερωμένος στο θείο, ή που προορίζεται για τη λατρεία του θείου: Tο ιερό άλσος της Αρτέμιδος. Iερές τελετές. Οι Δελφοί, η μήτρα της Γαίας, το ιερατείο των Ελλήνων. Ο ιερός ναός της Aγίας Σοφίας υπέρ της Θεάς Αθηνάς. H ιερός ναός του Παντοκράτορος Θεού Διός. Οι ιερές εικόνες. Iερά σκεύη και αγγεία . β. που αναφέρεται στο θείο, που ερμηνεύει το θείο θέλημα: Tα ιερά βιβλία των Ελλήνων χριστιανών(βαπτισμένων), η Ησιόδου Θεογονία, τα Ορφικά, τα Δελφικά Παραγγέλματα κτλ.